μεγαλόσπλαγχνος

μεγαλόσπλαγχνος
μεγᾰλό-σπλαγχνος, ον,
A with enlarged abdomen, Hp.Acut.53; with large viscera, Mnesith. ap. Orib.21.7.6 ([comp] Sup.).
2 causing the viscera to swell.

οἶνος μ. σπληνὸς καὶ ἥπατος Hp.Acut.50

.
II high-spirited,

ψυχή E.Med.109

(anap.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μεγαλόσπλαγχνος — μεγαλόσπλαγχνος, ον (Α) 1. αυτός που έχει μεγάλο το υπογάστριο 2. αυτός που έχει μεγάλα σπλάγχνα 3. αυτός που προκαλεί εξόγκωση στα σπλάγχνα («οἶνος μεγαλόσπλαγχνος σπληνὸς καὶ ἥπατος», Ιπποκρ.) 4. μεγαλόψυχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο) * + σπλάγχνα …   Dictionary of Greek

  • μεγαλόσπλαγχνος — with enlarged abdomen masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλόσπλαγχνον — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc/fem acc sg μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοσπλαγχνότατοι — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc nom/voc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοσπλάγχνοις — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοσπλάγχνοισι — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοσπλάγχνοισιν — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλοσπλάγχνους — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλόσπλαγχνοι — μεγαλόσπλαγχνος with enlarged abdomen masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεγαλ(ο)- — και μεγα / μεγά (ΑM μεγαλ[ο] και μεγα / μεγά ) α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθετο μέγας, μεγάλου. Τα σύνθετα στα οποία εμφανίζεται είναι, κατά κανόνα, προσδιοριστικού τ. (δηλ. το α συνθετικό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”